Άρθρο του Νίκου Ασπράγκαθου,
Αντιδημάρχου Προγραμματισμού, Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Μελετών Έργων Πρασίνου,
Καθαριότητας, Ανακύκλωσης
και Μηχανολογικού Εξοπλισμού
του Δήμου Πατρέων
Το τελευταίο διάστημα ακούμε όλοι διάφορους όρους, όπως «Χρηματιστήριο Ενέργειας», βλέπουμε την εξοντωτική «ρήτρα αναπροσαρμογής» στους λογαριασμούς του ρεύματος και αναρωτιόμαστε, τι είναι αυτά, ποιοι τα αποφάσισαν και για ποιόν;
Τον Ιανουάριο του 2018, εφαρμόζοντας τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες για την ολοκλήρωση της ενιαίας και απελευθερωμένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ο ΣΥΡΙΖΑ ίδρυσε το «Χρηματιστήριο Ενέργειας». Μάλιστα, για να δικαιολογήσει τη μετατροπή ενός είδους πρώτης ανάγκης, σε χρηματιστηριακό εμπόρευμα, μας έλεγε ότι σκοπός του χρηματιστηρίου είναι η «ενίσχυση του ανταγωνισμού για διασφάλιση καλύτερων τιμών για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις». Όμως, όταν η Νέα Δημοκρατία ενεργοποίησε το Χρηματιστήριο Ενέργειας, τα νοικοκυριά και οι επαγγελματίες είδαν κατακόρυφη αύξηση στους λογαριασμούς του ρεύματος. Αποκαλύφθηκε στην πράξη, ότι σκοπός αυτών των επιλογών, ήταν η εξασφάλιση της κερδοφορίας των εταιρειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, με παραπέρα στράγγισμα του λαού και όξυνση της ενεργειακής φτώχειας.
Ας δούμε πως λειτουργεί το Χρηματιστήριο Ενέργειας. Ας υποθέσουμε ότι παράγεται ενέργεια 100 μονάδες από τρεις πηγές, που η πρώτη δίνει 70 μονάδες ενέργειας με προσφερόμενη στο χρηματιστήριο τιμή μονάδας 10 ευρώ, η δεύτερη 25 μονάδες με 100 ευρώ, και η τρίτη 5 μονάδες με 250 ευρώ. Τότε, όλη η παραγόμενη ενέργεια και από τις τρεις πηγές, τιμολογείται με 250 ευρώ! Δηλαδή, τα νοικοκυριά θα κληθούν να πληρώσουν 100Χ250 = 25.000 ευρώ, αντί για 70Χ10+25Χ100+5Χ250 = 4.450 ευρώ. Η νόμιμη αυτή ληστεία των 20.550 ευρώ, εμφανίζεται στη «ρήτρα αναπροσαρμογής», που είναι από τριπλάσια μέχρι και πενταπλάσια από το ποσό, που αντιστοιχεί στην ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώσαμε.
Η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται από λιγνιτικά εργοστάσια, φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες (ΑΠΕ), υδροηλεκτρικά και εργοστάσια με φυσικό αέριο η πετρέλαιο, όμως η χρηματιστηριακή τιμή της, διαμορφώνεται με βάση την ακριβότερη προσφορά στο «χρηματιστήριο ενέργειας».
Συνεπώς, η τιμή του φυσικού αέριου, που εκτινάχθηκε από τα 16,6 ευρώ η μεγαβατώρα τον Μάρτιο του 2021, στα 133 ευρώ τον Δεκέμβριο και μετά την έναρξη του πολέμου ξεπέρασε τα 300 ευρώ, συμπαρασύρει συνολικά την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας. Κι αυτό γιατί, όπως είπαμε, η χρηματιστηριακή τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας διαμορφώνεται με βάση τη μέγιστη προσφερόμενη τιμή, δηλαδή τα 300 ευρώ, που είναι η τιμή του φυσικού αερίου και όχι με το συνολικό κόστος, που για τα υδροηλεκτρικά είναι γύρω στα 15 ευρώ, για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) είναι 100 ευρώ σύμφωνα με την «εγγυημένη τιμή», ενώ και για τα λιγνιτικά, το πραγματικό κόστος είναι πολύ μικρότερο από το ονομαστικό, αν δεν φορτώνονταν με το «δικαίωμα ρύπων», το οποίο ανεβάζει τεχνητά την τιμή του λιγνίτη.
Άλλα δύο σκάνδαλα νομιμοποιημένης ληστείας των λαϊκών νοικοκυριών και των μικροεπαγγελματιών για τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων, είναι τα ακόλουθα.
Το πρώτο, αφορά στην εγγυημένη τιμή της κιλοβατώρας για τις ΑΠΕ, που πληρώνεται επίσης μέσω «χαρατσιού», το οποίο κατευθύνεται στην πριμοδότηση των εταιρειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Πληρώνουμε δηλαδή όλοι «πανωπροίκι», ώστε να έχουν οι συγκεκριμένοι επιχειρηματίες, «εγγυημένα» τα κέρδη τους!
Το δεύτερο σκάνδαλο αφορά στην κατανομή του «δικαιώματος ρύπων», από το οποίο, οι κυβερνήσεις, ακολουθώντας τις οδηγίες της ΕΕ, απάλλαξαν τις μεγάλες ενεργοβόρες επιχειρήσεις και το φόρτωσαν κι αυτό στους λογαριασμούς μας, μέσω των εταιρειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Να λάβουμε εδώ υπ’ όψιν, ότι το Σεπτέμβρη του 2021 το κόστος αγοράς ρύπων έφτασε να είναι διπλάσιο από το κόστος λιγνιτικής παραγωγής μιας μεγαβατώρας.
Επιπλέον, άλλη μια συνδυασμένη ληστεία του λαού για χάρη της «ανταγωνιστικότητας» των μεγάλων επιχειρήσεων, είναι το κλείσιμο των λιγνιτικών εργοστασίων, με στόχο δήθεν τον περιορισμό των ρύπων, τη στιγμή που η Κυβέρνηση σχεδιάζει την κατασκευή 4 μεγάλων εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω της καρκινογόνας καύσης σκουπιδιών, κόστους περίπου 4 δισεκατομμυρίων. Πρόκειται για ακόμη ένα πεδίο κερδοφορίας κάποιων κατασκευαστικών ομίλων, στο όνομα της «πράσινης μετάβασης και ανάπτυξης».
Το επιπλέον αυτό κόστος που προκύπτει, φορτώνεται στους καταναλωτές, δηλαδή στα λαϊκά στρώματα, καθώς, σύμφωνα με τις Κατευθυντήριες Οδηγίες της ΕΕ για τη «διαφάνεια» του ανταγωνισμού, από την 5/8/2021, η ΔΕΗ αντικατέστησε τη ρήτρα αναπροσαρμογής με βάση το διοξείδιο του άνθρακα, με τη ρήτρα αναπροσαρμογής που βασίζεται στην Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς, δηλαδή στο Χρηματιστήριο Ενέργειας.
Που πηγαίνουν όμως τα χρήματα που πληρώνουμε με τη «ρήτρα αναπροσαρμογής»; Οι 4 μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας συσσώρευσαν κέρδη ενός περίπου δισεκατομμυρίου ευρώ το 2021, ενώ για το 2022 προβλέπεται ακόμη πιο «λαμπρό» μέλλον. Την ίδια χρονιά οι τρεις παγκόσμιοι κολοσσοί της ενέργειας BP, Shell, ExxonMobil, είχαν κέρδη 55 δισεκατομμυρίων ευρώ. Και τώρα, με τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τα κέρδη τους αναμένεται να εκτιναχθούν, αφού πουλάνε υγροποιημένο φυσικό αέριο στην Ευρώπη σε σχεδόν εικοσαπλάσιες τιμές από ότι πριν ένα χρόνο. Οι δε Έλληνες εφοπλιστές συμμετέχουν στη λεία, με το μεγαλύτερο στόλο μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου, καλύπτοντας το 22% της παγκόσμιας χωρητικότητας.
Αυτό λοιπόν το βάρβαρο σύστημα, που προκαλεί πολέμους, οι οποίοι αφήνουν στο διάβα τους νεκρούς και πρόσφυγες, συνθλίβει αυτούς που παράγουν τον πλούτο, τόσο στον πόλεμο όσο και στη δήθεν ειρήνη. Αφήνει το λαό βορά στη νόμιμη ληστεία, που ασκούν εις βάρος του τα διάφορα «πιράνχας», οι μονοπωλιακοί όμιλοι και οι μεγάλες επιχειρήσεις.
Στο σημερινό επίπεδο ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογίας, με τα πρωτόγνωρα επίπεδα παραγωγικότητας, είναι έγκλημα να κόβουν το ρεύμα σε εκατοντάδες χιλιάδες λαϊκά νοικοκυριά και επαγγελματίες. Είναι έγκλημα ο λογαριασμός που πηγαίνει στα λαϊκά σπίτια, λόγω του «Χρηματιστηρίου Ενέργειας» του ΣΥΡΙΖΑ και της «ρήτρας αναπροσαρμογής» της ΝΔ, να ξεπερνάει σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και το μισθό ή τη σύνταξη.
Μόνο ο συντονισμένος αγώνας των μισθωτών, των επαγγελματιών, όλου του λαού, μπορεί να βάλει εμπόδια στην επιδρομή των μεγάλων επιχειρήσεων, στην οποία έχουν βάλει πλάτη όλες οι κυβερνήσεις. Σε αυτόν τον αγώνα, η δημοτική αρχή της Πάτρας είναι συνοδοιπόρος, δίνει όλες της τις δυνάμεις.
Διεκδικούμε την κατάργηση των έμμεσων φόρων, του Χρηματιστηρίου Ενέργειας και των «πράσινων» χαρατσιών στα καύσιμα και την ενέργεια, με πλαφόν ανά κιλοβατώρα. Απαιτούμε δημόσιο φορέα ενέργειας, με σχεδιασμένη αξιοποίηση του συνόλου των μορφών και των πηγών ενέργειας για τις λαϊκές ανάγκες.
Κανένα λαϊκό σπίτι, κανένα κατάστημα αυτοαπασχολούμενου χωρίς ρεύμα!